Από πολιτικούς διαφόρων κομμάτων υποδεικνύεται -κάποτε με καλές προθέσεις- πως «είμαστε όλοι πατριώτες» και «δεν αμφισβητείται ο πατριωτισμός κανενός επειδή έχει άλλη πολιτική άποψη». Συχνά όμως, οι υποδείξεις γίνονται, όχι για να πιστωθεί ο πολιτικός αντίπαλος με πατριωτισμό, αλλά επειδή το έχει ανάγκη εκείνος που το προτάσσει και το καταφέρνει, ισοπεδώνοντας όλους ανεξαιρέτως. Κάτι παρόμοιο ισχύει και με την επίκληση για ενότητα. Όποιος θεωρεί την ενότητα απαραίτητη στο κυπριακό, πρέπει να είναι ο πρωτομάστορας που θα την θεμελιώσει στην πράξη με το να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες αποδεκτές στην ευρύτερη κοινωνία των πολιτών και ταυτοχρόνως, να αποφεύγει κινήσεις που τον θέτουν σε σύγκρουση με πολιτικές δυνάμεις και ιδίως, εκείνες με τις οποίες συμμάχησε για να εκλεγεί. Διαφορετικά, όσο κι αν κάποιος επιμένει για ενότητα αλλά περιφρονεί την πλειοψηφία, στην πραγματικότητα είναι την σιωπή των άλλων που επιθυμεί. Φυσικά, τελευταίως η ενότητα έγινε του συρμού για όποιον θέλει να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας, έστω και αν οι θέσεις στο εθνικό έχουν συντριπτικά απορριφθεί! Ενότητα στη βάση κοινών πολιτικών στόχων, είναι επιθυμητή και φυσιολογική σε μια δημοκρατική κοινωνία, με τις όποιες διαφορετικές απόψεις στο κυπριακό. Ενότητα στη βάση ιδιοτελών συμφερόντων είναι ξεπεσμός, όσο κι αν κομπάζουμε ισοπεδωτικά πως «είμαστε όλοι πατριώτες». ...
Η λογική που βαθμολογεί ΟΛΟΥΣ ανεξαιρέτως και στον ΙΔΙΟ βαθμό πατριώτες, εξαφανίζει την ιδιοτέλεια και τον καιροσκοπισμό που είναι μεγάλο μέρος της πραγματικότητας. Με αφορμή την επέτειο της θυσίας του υπαρχηγού της ΕΟΚΑ Γρ. Αυξεντίου στις 3 Μαρτίου 1957, έγραψα πριν χρόνια ένα κείμενο για να υποδείξω ότι, ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ το ΙΔΙΟ πατριώτες και πως, αν θέλουμε, υπάρχει μέτρο σύγκρισης:
«…Κάποτε στον τόπο μας ευδοκιμούσε το γιασεμί. Κάποτε μοσχομύριζε ο δυόσμος στις αυλές των σπιτιών. Στα μπαλκόνια και στις βεράντες οι γιαγιάδες μας πότιζαν τα ολόδροσα λουλούδια και έκρυβαν μυστικά νοήματα. Μαζί με αυτά, ανθούσαν και οι αξίες που μας κράτησαν μέσα στους αιώνες. Τώρα, ευδοκιμούν γλείφτες και ασπόνδυλοι. Τώρα, στον κήπο της κυπριακής κοινωνίας ανθούν οι κόλακες που σέρνονται στα σαλόνια και στις πολυτελείς αίθουσες μασουλώντας γαρίδες κι επιδιώκοντας να γίνουν «παράγοντες» ή να προβληθούν ανάμεσα σε κάποιους επώνυμους μέσα στα φανταχτερά σπίτια τους σε φανταχτερά περιοδικά. Το σύστημα αποδίδει και πολλοί τέτοιοι βρίσκονται ψηλά στα δώματα της εξουσίας. Αλλά, έως εκεί εξαντλείται το όραμά τους για την κοινωνία. Ο πατριωτισμός τους αρχίζει και τελειώνει ανάμεσα στους τοίχους μιας αίθουσας ενός ξενοδοχείου, στα φανταχτερά χαλιά, τις σουίτες, την πανάκριβη άφθονη εισαγόμενη σαμπάνια και τους εκθαμβωτικούς πολυελαίους.
Κάποτε όμως, το μέτρο του πατριωτισμού ήταν ένα υγρό και σκοτεινό κρησφύγετο δύο μέτρων στην πλαγιά ενός βουνού. Εκεί, απέναντι από το Μοναστήρι του Μαχαιρά, μέσα στις σχοινιές και την άγρια βλάστηση, νέοι έκαναν όνειρα και ζήλευαν την δόξα του Γρηγόρη. Πόσο αλλάξαμε; Ή μάλλον, πόσο μας άλλαξαν όλους μας; Από το ψεύδος των S-300, περάσαμε στην πλεκτάνη του Χρηματιστηρίου και από εκεί στο σχέδιο Ανάν. Όσοι αγωνιούμε για την κοινωνία, όσοι συλλαβίζουμε λέξεις όπως ελευθερία, κοινωνική δικαιοσύνη, κατοχή, επιστροφή, φιλοπατρία, οικογένεια, προσφυγιά, ανιδιοτέλεια, όσοι ακόμη ψελλίζουμε ελληνικά ονόματα όπως Κερύνεια, Λάπηθος, Καραβάς, Σπίθκια της Ρήγαινας, Αϊ Χρυσόστομος, Μόρφου, Βαρώσι, Πενταδάκτυλος, νοιώθουμε πόσο ολοένα πλακώνει η σκλαβιά και υποδούλωση».
Η χειρότερη υποδούλωση ΔΕΝ είναι εξωτερική, που πλακώνει τους ανθρώπους όταν επικρατεί σκλαβιά στον έξω χώρο, όπως σήμερα στα κατεχόμενα. Η χειρότερη σκλαβιά είναι εσωτερική, είναι η υποδούλωση της ψυχής των ανθρώπων, όταν έξω επικρατούν συνθήκες ελευθερίας, όπως στις ελεύθερες περιοχές. Τα πιο πάνω, δεν τα επαναφέρω για να εξαιρεθώ, αλλά για να συμμεριστώ και να απαλύνω τον πόνο και την αγωνία μου.