Εξαιρετικά απλό και σαφές ήταν το κεντρικό μήνυμα που
μετέφερε προς την κυπριακή πλευρά και δευτερευόντως προς την ελληνική η
κυβέρνηση του Ισραήλ, κατά την πρόσφατη επίσκεψη του προέδρου της
Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη στη χώρα.
Στο κεντρικό μήνυμα που πέρασαν στην ελληνική (ελλαδική και κυπριακή) πλευρά οι Ισραηλινοί θα αναφερθούμε αμέσως παρακάτω. Σε ότι αφορά τα «υπόλοιπα» οι Ισραηλινοί παρείχαν συγκεκριμένες διαβεβαιώσεις για την ύψιστη σημασία των σχέσεων τους με την Κύπρο όπως επίσης και για ζητήματα που άπτονται της ασφαλείας της εξόρυξης και της αξιοποίησης των κοιτασμάτων. Για ευνόητους λόγους, στο θέμα αυτό δεν μπορούμε κι ούτε πρέπει να επεκταθούμε.
Στο πλαίσιο αυτό πρότειναν την παραχώρηση μέσω μίσθωσης δύο παράκτιων περιπολικών τύπου Super Dvora στη Διοίκηση Ναυτικού της Κυπριακής Δημοκρατίας
προκειμένου να ενισχυθούν οι δυνατότητες ναυτικής επιτήρησης της
Εθνικής Φρουράς. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες η κυπριακή κυβέρνηση θα
αποδεχθεί την παραχώρηση καθώς θα ενισχύσει τις δυνατότητες ναυτικής
επιτήρησης μία περίοδο που η οικονομική κρίση είναι βέβαιο ότι θα
επηρεάσει τις πιστώσεις για την άμυνα της μεγαλονήσου.
Ποιό ήταν το μήνυμα; Τι ζήτησαν οι Ισραηλινοί;
ΕΧΕΜΥΘΕΙΑ και ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Με μία ισχυρή δόση κακεντρέχειας θα σημειώναμε ότι αυτά τα
δύο είναι ζητούμενα εδώ και πολλά χρόνια στην Ελλάδα (κυρίως) και
λιγότερο στην Κύπρο.
Την παρούσα περίοδο όμως που η παρτίδα ενός εξαιρετικά πολύπλοκου και
πολυεπίπεδου γεωπολιτικού παιγνιδιού έχει αρχίσει στην Ανατολική
Μεσόγειο, είναι εκ των ων ουκ άνευ για την επίτευξη των εθνικών στόχων
τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου, με άλλα λόγια του ελληνισμού
γενικότερα. Μόνο ως μυστικότητα στα υπό συζήτηση θέματα και άμεση υλοποίηση των αποφάσεων που θα ληφθούν από κοινού θα μπορούσε να διερμηνευθεί το ισραηλινό μήνυμα.
Κι
έστω οι Κύπριοι από την εποχή του αείμνηστου Τάσσου Παπαδόπουλου έχουν
αποδείξει ότι μπορούν να συμφωνήσουν και να κρατήσουν τα στόμα τους
κλειστό. Η Ελλάδα όμως; Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 που άρχισε η
ελληνο-ισραηλινή προσέγγιση η ελληνική πλευρά στις διμερείς σχέσεις
επέλεξε τον ρόλο του… αγοραστή οπλικών συστημάτων και μάλιστα
αναξιόπιστου. Επί της ουσίας, στρατηγικός διάλογος είτε δεν έγινε είτε
αντιμετωπίστηκε ως διπλωματική «τυπικότητα».
Τα χρόνια πέρασαν και ανακαλύφθηκαν οι υποθαλάσσιοι ενεργειακοί πόροι στην Ανατολική Μεσόγειο που είτε μας αρέσει είτε όχι «δένουν» τις τρεις χώρες σε έναν γεωστρατηγικής σημασία «ενεργειακό διάδρομο».
Σε απλά ελληνικά, την παρούσα περίοδο τα συμφέροντα Ελλάδας – Κύπρου και Ισραήλ στο θέμα των υδρογονανθράκων τουλάχιστον συμπίπτουν και φυσικά αυτή είναι η πιο στέρεα βάση για την οικοδόμηση στρατηγικών σχέσεων.
Και πάλι όμως η ελληνική πλευρά τελούσα σε κατάθλιψη, όχι μόνο από τη
δυσάρεστη καθημερινότητα, αλλά και τις επικρατούσες ιδεοληψίες, συνεχίζει να επαναλαμβάνει κοινότοπες μεγαλόστομες και ασαφείς διακηρύξεις αλλά επί του πρακτέου σχεδόν μηδέν. Συχνά προσπαθεί διακηρυκτικά να συνδυάσει τα ασυνδύαστα, με αποτέλεσμα να δημιουργεί αμφιβολίες στους δυνητικούς – λόγω συμφερόντων, το τονίζουμε – συμμάχους, εάν έχει ξεκάθαρη πυξίδα και γνωρίζει προς τα πού θέλει να πάει.
«Κουμπώνονται»,
αφού κανείς δεν μπορεί να βάλει «το κεφάλι του στον ντορβά» για να σε
βοηθήσει, εάν πρώτα εσύ πρώτος δεν επιθυμείς να βοηθηθείς. Και για να
συμβεί αυτό, δεν μπορείς τη μία μέρα να καταγγέλλεις συμπεριφορές ως
έκνομες με βάση το διεθνές δίκαιο και την επόμενη να χαριεντίζεσαι με
αυτό που το παραβιάζει.
Εν κατακλείδι το ισραηλινό αίτημα είναι τόσο απλό όσο και δύσκολο.
Προϋποθέτει να γίνουμε κυνικοί και ρεαλιστές και φυσικά να
σοβαρευτούμε προφυλάσσοντας τις διεθνείς σχέσεις της χώρας από τη φθορά
που επιφέρουν οι ανούσιες και για το θεαθήναι εσωτερικές αντιπαραθέσεις.
Μπορούμε να το καταφέρουμε;
Εάν προκύπτει ένα δίδαγμα από την κατάσταση στη Συρία όπως αυτή έχει εξελιχθεί μέχρι σήμερα, είναι ότι η αυτοπροβαλλόμενη ως «περιφερειακή στρατιωτική υπερδύναμη» Τουρκία, είναι υπερεκτιμημένη… στον υπερθετικό, αποδεικνύοντας την ορθότητα του όρου «φοβικό σύνδρομο»
με τον οποίο διαπρεπείς Έλληνες αναλυτές έχουν περιγράψει τη στάση της
ελληνικής πολιτικής ηγεσίας απέναντι στην υπερφίαλη πολιτική της
Άγκυρας.
Όσο η Τουρκία δεν αντιμετωπίζει την οποιαδήποτε πίεση, τόσο
αποθρασύνεται και επιχειρεί να κερδίσει δια των απειλών και της απειλής
χρήσεως στρατιωτικής βίας όσα θεωρεί ότι δικαιούται, ασχέτως εάν αυτά
καλύπτονται ή όχι από το διεθνές δίκαιο. Το μυστικό απέναντι
στην Άγκυρα είναι να την πιέσεις στρατιωτικά, χωρίς απαραίτητα να
εγκαταλείψεις τη διάθεση συζήτησης και εξεύρεσης, εάν υπάρχει, ενός
λογικού συμβιβασμού. Πάντως, η υπερδύναμη Τουρκία συμπεριφέρεται ως…
αμνός στην περίπτωση της Συρίας, ενώ εξακολουθεί να τους κατατρύχει το
σύμπλεγμα της φοβίας της ήττας, εξ ου και η θρασύδειλη συμπεριφορά απένανατι σε όποιον θεωρεί του χεριού της.
Η παρούσα συγκυρία δίνει την ευκαιρία στην Ελλάδα, παρά την κρίση, να
το κάνει και να επιδιώξει την ταχεία προώθηση των ελληνικών εθνικών
συμφερόντων και να μεγιστοποιήσει την αξία, στρατιωτική και
διπλωματική, της ισχύος των Ενόπλων Δυνάμεων, κυρίως των αεροπορικών και
των ναυτικών, αφού ο συνδυασμός τους θα καθιστούσε τους
τουρκικούς λεονταρισμούς γράμμα κενό. Αλλιώς γιατί τις πληρώνουμε αν δε
γνωρίζουμε να τις αξιοποιήσουμε;
Δυστυχώς, πολλοί δεν αντιλαμβάνονται ότι ο χρόνος κυλάει σε
βάρος της Ελλάδας, όχι υπέρ της και το «Ελντοράντο» των κοιτασμάτων
μπορεί να μετατραπεί σε εφιάλτης, αφού όσο εισέρχεται στη
διεθνή αγορά το σχιστολιθικό αέριο (shale gas) τόσο η διεθνής τιμή θα
συμπιέζεται λόγω της αύξησης της προσφοράς του αγαθού.
Αυτό σημαίνει, ότι η Ελλάδα όσο καθυστερεί, τόσο διακινδυνεύει, είτε να αναθεωρήσει προς τα κάτω τα εκτιμώμενα έσοδα είτε να διαπιστώσει μια ωραία πρωία ότι δεν θα μπορεί καν να εξορύξει τους υδρογονάνθρακές της, αφού θα είναι οικονομικά ασύμφορο. Η Ελλάδα κινδυνεύει καθώς έχει καθυστερήσει χαρακτηριστικά. Κάποτε, εάν έκανες λόγο για «πετρέλαια» σε λοιδορούσαν, τώρα πολλοί από αυτούς που λοιδορούσαν υπερθεματίζουν… Αποτέλεσμα είναι το ότι καθυστερήσαμε… ευτυχώς οι Κύπριοι Έλληνες όχι τόσο…
Αυτό δυστυχώς δεν το αντιλαμβάνονται δυστυχώς πολλοί με ιδεοληψίες «αριστερού ή δεξιού τύπου» στην Ελλάδα,
ώστε να καθαρίσουν το συγχυσμένο τους μυαλό και να αντιληφθούν ότι οι
εύπεπτες στο εκλογικό ακροατήριο, πλειοψηφίας ημιμαθών, «κορόνες», είναι
απλά αυτοκαταστροφικές.
Το ερώτημα είναι λοιπόν ένα: Μπορούμε Ελλάδα και Κύπρος να σοβαρευτούμε και να αντιληφθούμε ότι εάν δεν δείξουμε υπευθυνότητα απλώς τελειώσαμε; Και ότι όλα όσα σχεδιάζουμε για το μέλλον μας θα είναι πάνω στην άμμο; Έχουμε την αρετή ως κοινωνία να
περιθωριοποιήσουμε τους ανεγκέφαλους πολιτικούς που έχουν γεμίσει τον
τόπο οι οποίοι ασχολούνται με το παραγοντιλίκι και τα παχιά λόγια, ενώ
είναι ανίκανοι να αποφασίσουν φοβούμενοι το πολιτικό κόστος και να αντιληφθούμε την ανάγκη για αμοιβαία επικερδείς μπίζνες με αυτούς που θα επιλέξουμε;
Ούτε θα μας «παντρευτούν» ούτε θα τους «παντρευτούμε», ούτε όμως και θα ανακαλύψουμε τον τροχό, απλά θα συμπεριφερθούμε για
μια φορά στην Ιστορία μας ως φυσιολογικό κράτος… Δεν το καταλαβαίνουμε,
αλλά το να μας ζητούν τα αυτονόητα δεν μας κολακεύει, μάλλον σημαίνει ότι η έξωθεν μαρτυρία μας δεν είναι καλή.
ΕΧΕΜΥΘΕΙΑ και ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ λοιπόν…