Η ενότητα ήταν του συρμού στην χρονιά που πέρασε, με συγκεκριμένους πολιτικούς να πρωτοστατούν σε δηλώσεις γύρω από την έγνοια τους για ενότητα. Όμως, η ενότητα έχει νόημα –όπως αρκετές φορές αναλύσαμε– όταν βασίζεται σε κοινή πολιτική γραμμή. Συνεπώς, η ενότητα στο εθνικό πρόβλημα προϋποθέτει μιαν ελάχιστη κοινά αποδεκτή γραμμή πλεύσης. Αυτό είναι αυτονόητο. Ποιος καθορίζει λοιπόν την κοινή γραμμή πλεύσης για να έχει η ενότητα νόημα;...
Η γραμμή που τήρησε ο Πρόεδρος Χριστόφιας, με την ευκαιρία της επίσκεψης της Γερμανίδας Καγκελαρίου, συνένωσε μια συντριπτική πλειοψηφία μαζί του, διότι ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΦΟΡΑ ο Πρόεδρος κινήθηκε στην γραμμή της πλειοψηφούσας κοινωνίας. Η εξέλιξη αυτή επιβεβαιώνει εκείνο που κατ΄επανάληψην επισημαίναμε (Αύγουστο 2010): «Με δεδομένο το χάσμα ανάμεσα στην γραμμή της ηγεσίας από την κοινωνία, ενότητα δεν υπάρχει ενόσω δεν αλλάζει γραμμή η ηγεσία. Το βάρος για την αλλαγή πέφτει … ειδικά στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.» Ιδού λοιπόν που η στάση του Προέδρου σήμερα λαμβάνει την στήριξη της κοινωνίας και επιβεβαιώνεται ότι οι αντιδράσεις στον «νέο συνεταιρισμό των δύο συνιστώντων states», στην εκ περιτροπής προεδρία, την σταθμισμένη ψήφο, στις προτάσεις για το περιουσιακό, δεν προέρχονται από εχθρούς της λύσης που τρέφουν προσωπική εμπάθεια προς τον Πρόεδρο, αλλά από την κοινωνία των πολιτών που απλά υιοθετεί άλλη πολιτική γραμμή. Κι επειδή στην Κύπρο ζούμε, όπου μια σημαντική μερίδα κομματικά πωρωμένων ακολουθεί πιστά τον αρχηγό στις όποιες επιλογές του, το ποσοστό ενότητας θα έφτανε σε πρωτοφανή ψηλό επίπεδο αν οι ηγεσίες ΑΚΕΛ-ΔΗΣΥ συντάσσονταν με την ήδη πλειοψηφούσα άποψη της κοινωνίας.
Η περίπτωση Ταλάτ υπήρξε χαρακτηριστική. Ο ένας φιλοδοξούσε να τον οδηγήσει «στην επανάστασή του» και ο άλλος τον εγκωμίαζε ως «αντιστασιακό» στην κατοχή. Εντούτοις, η κοινωνία επέμενε στο αυτονόητο με βάση τις πραγματικότητες και θεωρούσε τον Ταλάτ υπάκουο εντολοδόχο της Τουρκίας. Τώρα (ναι, τώρα το 2011!), ο Ν. Αναστασιάδης δήλωσε πως «όσο θα επιμένουμε ότι τάχα η λύση θα εξευρεθεί μεταξύ μας και του όποιου ηγέτη της τουρκοκυπριακής κοινότητας, τόσο η πλάνη μας θα γίνεται χειρότερη, αλλά και τα δεινά μας μεγαλύτερα» (κυπριακός τύπος 9.1.2011). Εύλογα ερωτούμε: Ξαφνικά αντιλήφθηκαν σήμερα εκείνο που ήταν αυτονόητο για την κοινωνία των πολιτών από την αρχή, ή μήπως προέχει κάποια σκοπιμότητα όπως οι προεδρικές εκλογές; Το πιο έντιμο και πειστικό θα ήταν ένα mea culpa, προπάντων από όποιον πίεζε για «γρηγορότερα ανοίγματα» στους Τούρκους. Αν σήμερα λόγω προεδρικών εκλογών το τροπάριο άλλαξε γιατί συμφέρει, αυτό είναι ακόμη χειρότερο.
Οποιαδήποτε καταγραφή της κοινής γνώμης σήμερα θα καταγράψει το ψηλό ποσοστό θετικής στάσης των πολιτών στην ακολουθούμενη γραμμή όπως εκφράστηκε με την ευκαιρία της επίσκεψης Μέργκελ και όπως υποδείκνυε για καιρό η πλειοψηφούσα κοινωνία. Πράγμα που σημαίνει πως η αντίθεση δεν είναι προσωπική προς τον Πρόεδρο -όπως δήλωνε η ηγεσία του ΑΚΕΛ- αλλά διαφορετική αντίληψη για την σωστή πολιτική γραμμή. Πάντως, το μέλλον θα δείξει για τον καθένα αν η παρούσα στάση είναι μια υστερόβουλη αναλαμπή ή πρόκειται για υιοθέτηση μιας κοινής πολιτικής γραμμής πλεύσης βασισμένης στα αυτονόητα.