Η μαστογραφία προωθείται ευρέως ως “σωτήριο” εργαλείο
για να βοηθήσει τις γυναίκες στην ανίχνευση του καρκίνου του
μαστού σε
πρώιμα στάδια.Το μήνυμα έχει διαποτίσει τόσο πολύ την κοινή γνώμη ώστε
σχεδόν το 68% των γυναικών, ηλικίας άνω των 40 έχουν κάνει μια
μαστογραφία τα τελευταία δύο χρόνια – και οι περισσότερες από αυτές τις
γυναίκες πιστεύουν ότι κάτι τέτοιο θα τους βοηθήσει να αποφύγουν να
πεθάνουν από τον καρκίνο του μαστού.Όμως η επιστήμη λέει μια πολύ διαφορετική ιστορία σχετικά με την ικανότητα των μαστογραφιών να σώζουν ζωές. Στις περισσότερες περιπτώσεις, oι μαστογραφίες δεν σώζουν ζωές. Λαμβάνοντας υπόψη ότι η μαστογραφία θεωρείται ως «η χρυσή συνταγή» για την πρόληψη του καρκίνου του μαστού σύμφωνα με την συμβατική ιατρική, θα υποθέσετε οτι έχουν σώσει πολλές ζωές.
Λοιπόν, οι ερευνητές από το Dartmouth College είχαν μια νέα ιδέα –
αποφάσισαν να καθορίσουν πόσο συχνά η μαστογραφία έσωσε ζωές από τον
καρκίνο του μαστού, βασιζόμενοι στα στατιστικά στοιχεία των
φαρμακοβιομηχανιών και την προπαγάνδα που κάνουν για την προώθηση των
μέσω τους. Και αυτό που βρήκαν, θα έπρεπε να κάνει και τους πιο
ένθερμους υποστηρικτές της μαστογραφίας να το ξανασκεφτούν.
Χρησιμοποιώντας τα στατιστικά δεδομένα του καρκίνου του μαστού από το
Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου και τα Κέντρα για τον Έλεγχο των Ασθενειών
και Πρόληψης, οι ερευνητές υπολόγισαν την πιθανότητα μιας 50χρονης
γυναίκας να αναπτύξει καρκίνο του μαστού κατά τα επόμενα 10 χρόνια, το
κατά πόσο ο καρκίνος του μαστού θα μπορούσε να ανιχνευθεί με μαστογραφία
καθώς και το ρίσκο που είχε να πεθάνει από καρκίνο ΄κατά τα επόμενα 20
χρόνια.
Βρήκαν ότι μια μαστογραφία έχει, στην καλύτερη περίπτωση, μόνο ένα
13% πιθανότητα να σώσει τη ζωή της, και ότι η πιθανότητα μπορεί στην
πραγματικότητα να είναι ακόμα χαμηλότερη, μέχρι και 3%. Χωρίς να έχει
σημασία τι αναλύσεις χρησιμοποίησαν, συμπεριέλαβαν την εξέταση γυναικών
διαφόρων ηλικιών και η πιθανότητα η μαστογραφία να σώζει ζωές παρέμεινε
κάτω από το 25%.Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα:
«Οι περισσότερες γυναίκες των οποίων ο καρκίνος του μαστού ανιχνεύθηκε από τη μαστογραφία δεν σώθηκαν από την ίδια την μαστογραφία. Αντ’ αυτού είτε απλά διαγνώστηκε νωρίς (χωρίς επίδραση όμως στη θνησιμότητα τους) ή έγινε υπερδιάγνωση».
Αυτό χρειάζεται επανάληψη
Οι μαστογραφίες διαγνώνουν συχνά όγκους που δεν θα μπορούσαν ποτέ να απειλήσουν τη ζωή μιας γυναίκας. Επίσης, συχνά οδηγούν σε ψευδή θετικά αποτελέσματα που οδηγούν σε υπερβολική θεραπεία, δηλαδή οι γυναίκες με ψευδή διάγνωση υφίστανται συχνά χωρίς λόγο μαστεκτομή, θεραπείες με ακτινοβολία και χημειοθεραπεία, η οποία μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες τόσο για την ποιότητα όσο και τη διάρκεια της ζωής τους. Έως και 50 τοις εκατό των “διαγνώσεων” καρκίνου του μαστού δεν είναι πραγματικά Καρκίνος.
Όπως εξήγησε ο Sayer Ji, ιδρυτής της GreenMedInfo.com, σε ένα
πρόσφατο άρθρο, μεταξύ 30-50% των νέων διαγνώσεων καρκίνου του μαστού
που λαμβάνονται μέσω μαστογραφίας έχουν χαρακτηριστεί ως πορογενές
καρκίνωμα (Ductal Carcinoma In Situ) (DCIS), το οποίο μπορεί να μην
είναι καν καρκίνος!Το DCIS σχετίζεται με την ανώμαλη ανάπτυξη των
κυττάρων εντός των αγωγών γάλακτος του μαστού η οποία σχηματίζει μία
ασβεστοποιημένη βλάβη συνήθως μεταξύ 1-1,5 εκ σε διάμετρο, και θεωρείται
μη επεμβατική ή «στάδιο μηδέν του καρκίνου του μαστού” – με ορισμένους εμπειρογνώμονες να υποστηρίζουν για την πλήρη της ανακατάταξη ως μη-καρκινική κατάσταση.
Πολλοί συμβατικοί γιατροί βλέπουν το DCIS ως «προ-καρκίνο” και
υποστηρίζουν ότι, επειδή θα μπορούσε να προκαλέσει βλάβη, αν αφεθεί
χωρίς θεραπεία, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με τον ίδιο τρόπο όπως και ο
επιθετικός διηθητικός καρκίνος! Ωστόσο οι πιθανότητες που το DCIS
εξελίσσεται σε διηθητικό καρκίνο είναι ακόμα σε μεγάλο βαθμό άγνωστο με
το μεγαλύτερο μέρος των στοιχείων να συγκλίνουν ότι είναι πολύ λιγότερες
από 50% – ίσως τόσο χαμηλές όσο 2-4%.
Περιέργως, δεν υπάρχουν διαγνωστικά πρότυπα για το DCIS, και δεν
υπάρχουν απαιτήσεις, οι παθολόγοι που κάνουν τις σχετικές μετρήσεις να
έχουν κάποια εξειδικευμένη εμπειρία. Ο Δρ Shahla Μασούντ, ο επικεφαλής
της Παθολογίας στο Πανεπιστήμιο της Φλόριντα College of Medicine στο
Τζάκσονβιλ, δήλωσε στους New York Times:
“Υπάρχουν μελέτες που δείχνουν ότι η διάγνωση αυτών των αλλοιώσεων του μαστού, κατά καιρούς είναι οριακά ψευδείς”.
Οι New York Times ανέφεραν επίσης , διάφορα άλλα συμπεράσματα σχετικά με τη συχνότητα των λανθασμένων διαγνώσεων του DCIS:
• Μια μελέτη του 2006 που χρηματοδοτείτο από το Susan G. Komen για το
Cure, εκτιμάει ότι σε 90.000 περιπτώσεις όπου οι γυναίκες είχαν
διαγνωστεί με DCIS ή διηθητικό καρκίνο του μαστού, οτι δεν είχαν νοσήσει
ή έλαβαν μια αχρείαστη θεραπεία λόγω ενός λάθους του παθολόγου.
.• Μια μελέτη του 2002 στο Northwestern University Medical Center
διαπίστωσε ότι σχεδόν το 8% από 340 περιπτώσεις καρκίνου του μαστού
“είχε αρκετά σοβαρά λάθη ώστε να αλλάξει τα σχέδια για τη χειρουργική
επέμβαση.”
• Ο Δρ Λάγιος, ένας παθολόγος στο Ιατρικό Κέντρο Αγίας Μαρίας στο Σαν
Φρανσίσκο, αξιολόγησε περίπου 600 περιπτώσεις γυναικών με καρκίνο του
μαστού το 2007 και το 2008 και διαπίστωσε διαφορές σε 141 από αυτές. Οι
Times ανέφεραν, “ο Δρ Λάγιος λέει ότι με βάση την εμπειρία του, η βιοψία
(core needle biopsies) χαμηλού βαθμού DCIS και καλοήθης βλάβης, που
ονομάζεται πορογενές άτυπη υπερπλασία, ή ADH, μπορεί να παρερμηνευτεί σε
ποσοστό 20%
Έτσι, εάν είστε μια γυναίκα που εξετάζει το ενδεχόμενο να κάνει μια
μαστογραφία, θα πρέπει να έχετε επίγνωση του γεγονότος ότι οι
μαστογραφίες ανιχνεύουν συχνά ανωμαλίες του μαστού (βλάβες) που – ενώ
διαγιγνώσκονται ως “πρώιμος καρκίνος» και αντιμετωπίζονται σαν
επιθετικός, κακοήθης καρκίνος – τις περισσότερες φορές δεν θα γίνει ποτέ πραγματικός καρκίνος, αν αφεθεί να κάνει τη φυσική του πορεία.
Στην πραγματικότητα, η πρωτοποριακή νέα έρευνα που δημοσιεύεται στο
The Lancet Oncology δείχνει ότι στην πραγματικότητα πολλοί διηθητικού
τύπου καρκίνου του μαστού υποχωρούν από μόνοι τους όταν δεν έχουν
διαγνωστεί και υποβληθεί σε θεραπεία.. Οι συγγραφείς της μελέτης
κατέληξαν στο συμπέρασμα:
Πιστεύουμε ότι πολλοί διηθητικού τύπου καρκίνοι του μαστού που ανιχνεύονται από τις επαναλαμβανόμενες μαστογραφίες δεν θα ανιχνεύονται πια με το πέρας 6 ετών, γεγονός που υποδηλώνει ότι η φυσική πορεία πολλών ανιχνευόμενων από τη μαστογραφία, διηθητικού καρκίνου του μαστού, υποχωρούν από μόνοι τους.
Αν σκεφτεί κανείς ότι οι μαστογραφίες συχνά έχουν ως αποτέλεσμα τη
διάγνωση αυτού που ονομάζουμε καλοήθη βλάβη του μαστού, DCIS, και ότι η
ίδια η διάγνωση μπορεί να μην είναι αξιόπιστη – και επιπλέον εάν
προσθέσετε στο γεγονός αυτό ότι ο κατά τα λεγόμενα «κακοήθης καρκίνος
του μαστού», μπορεί «αυθόρμητα να υποχωρήσει,” ολόκληρη η δικαιολογία
για την ανάγκη της μαστογραφίας φαίνεται να καταρρέει.
Εξάλλου, είναι πραγματικά, η έκθεση του μαστού σε καρκινογόνο
ακτινοβολία μία φορά το χρόνο σοφή απόφαση, δεδομένου ότι η ίδια η
διαδικασία είναι τόσο ανακριβής και παραπλανητική; Επίσης, λαμβάνοντας
υπόψη ότι η αυτο-εξέταση, η εξέταση από εκπαιδευμένο επαγγελματία και ο
έλεγχος με ακτινοβολία χωρίς θερμογραφία παρέχουν εναλλακτικές λύσεις,
είναι σημαντικό οι γυναίκες να έχουν τουλάχιστον τη δυνατότητα της
επιλογής.
Η Ετήσια Μαστογραφία Αυξάνει το Ρίσκο Έυρεσης Ψευδών Ευρημάτων και Αχρείαστων Βιοψιών.
Μια έρευνα που χρηματοδοτήθηκε από το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου και
δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Annals of Internal Medicine έδειξε ότι η
ετήσια μαστογραφία οδηγεί σε αυξημένο κίνδυνο εύρεσης ψευδών θετικών
ευρημάτων και περιττές βιοψίες σε σύγκριση με το να διενεργείται μια
μαστογραφία κάθε δύο χρόνια.
Μετά την ανάλυση πάνω από 386.000 μαστογραφίών από σχεδόν 170.000
γυναίκες κατά τη διάρκεια μιας 10-ετής περόδου, η μελέτη διαπίστωσε πως
το 61% των ασθενών που έλαβαν ετήσια μαστογραφία, κλήθηκαν στη συνέχεια
για παρακολούθηση, τουλάχιστον μία φορά, όταν στην πραγματικότητα δεν
είχαν ποτέ καρκίνο. Ένα επιπλέον 7 – 9% θα δεχόταν και μια αχρείαστη
βιοψία.Ο αντίστοιχος αριθμός για τις γυναίκες που έκαναν μαστογραφία
κάθε 2 χρόνια ήταν 42% & 5 – 6%
Επιπλέον, η έρευνα έδειξε ότι οι ετήσιες μαστογραφίες δεν ήταν πιο
αποτελεσματικές στον εντοπισμό προχωρημένου σταδίου καρκίνου σε σύγκριση
με την άλλη ομάδα (που έκαναν μαστογραφία κάθε δύο χρόνια). Τα συνολικά
αποτελέσματα οδήγησαν την επικεφαλή ερευνήτρια Rebecca Hubbard να πει
ότι τα ψευδή θετικά ευρήματα είναι απλά «μέρος της διαδικασίας της
μαστογραφίας.
Δυστυχώς, αυτό σημαίνει, ότι πολλές γυναίκες εκτίθενται σε
αυξημένο στρες, καθώς και στην πιθανή διείσδυση και δυνητικά επιβλαβεις
θεραπείες ,για κανένα απολύτως λόγο!
Ακόμα και τώρα, η Αμερικανική Εταιρεία Καρκίνου (ACS) συμβουλεύει τις
γυναίκες ηλικίας 40 ετών και άνω να υποβάλλονται σε μαστογραφία κάθε
χρόνο, και να συνεχίσουν να το κάνουν για όσο χρονικό διάστημα είναι
υγιείς, παρά τις επικαιροποιημένες κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται
από την Αμερικανική Υπηρεσία Προληπτικής Δράσης, η οποία αναφέρει ότι οι
γυναίκες στα 40 τους δεν θα πρέπει να κάνουν μαστογραφίες ρουτίνας για
την έγκαιρη ανίχνευση του καρκίνου του μαστού.
Ο ρόλος της ACS στην προώθηση της μαστογραφίας δεν έχει καμία σχέση
με τον αλτρουισμό φυσικά, καθώς έχει πολλούς δεσμούς με τις βιομηχανίες
μαστογραφίας
Οι μαστογραφίες σας εκθέτουν σε σοβαρές ακτινοβολίες που προκαλούν καρκίνο!
Εκτός από τα ψευδή θετικά ευρήματα, την απουσία πραγματικών
αποτελεσμάτων που “σώζουν ζωές” και την υπερδιάγνωση, υπάρχει ένας ακόμη
λόγος που μπορεί να θέλετε να σκεφτείτε προσεκτικά την απόφασή σας να
κάνετε μια μαστογραφία, είναι και οι σοβαροί κίνδυνοι για την υγεία σας
που συνδέονται με τη διαγνωστική έκθεση σε ραδιενεργή ακτινοβολία.
Η μαστογραφία χρησιμοποιεί ιονίζουσα ακτινοβολία η οποία, από μόνη
της, μπορεί να συμβάλει στην ανάπτυξη του καρκίνου του μαστού. Στην
πραγματικότητα, οι μαστογραφίες εκθέτουν το σώμα σας σε δόσεις
ακτινοβολίας που μπορεί να είναι 1.000 φορές μεγαλύτερες από ότι σε μια
ακτινογραφία θώρακος, η οποία όπως όλοι γνωρίζουμε ενέχει κίνδυνο
καρκίνου.
Αυτό που δημιουργεί σύγχυση είναι ότι ο τύπος των ακτίνων Χ που
χρησιμοποιούνται στη μαστογραφία ονομάζονται «χαμηλής ενέργειας»,
ακτινοβολώντας περίπου 30 Peak kilovoltage (kVp) έναντι 200 kVp και
άνω που ονομάζεται “υψηλής ενέργειας” ακτινοβολία.
Η κοινή λογική φαίνεται να υπαγορεύει ότι με την ονομασία των ακτίνων
Χ ως «χαμηλής ενέργειας» νοείται η μικρότερη δυνατή βλάβη. Πράγματι,
αυτό έχει γίνει συμβατική σοφία της ραδιοβιολογίας και ακτινολογίας ότι η
«χαμηλότερη ενέργεια” που χρησιμοποιείται σε ακτίνες x-ray μαστογραφίας
είναι πολύ λιγότερο επικίνδυνη για το το DNA από εκείνες που συνδέονται
με το φάσμα της ακτινοβολίας που απελευθερώθηκε από ατομικές βόμβες στη
Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι – που ονομάζονται- “υψηλής ενέργειας”
ακτίνες Χ.
Δυστυχώς, τίποτα δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την
αλήθεια. Μια συγκέντρωση των κλινικών στοιχείων δείχνει ότι το εύρος των
30 kVp της «χαμηλής ενέργειας» ακτινοβολία που χρησιμοποιείται σε
προβολές του μαστού είναι έως και 400% περισσότερο επιβλαβής για το DNA –
και ως εκ τούτου 400% περισσότερο καρκινογόνο – σε συγκριση με την
“υψηλής ενέργειας” ακτινοβολία.
Κατανοώντας τους αριθμούς της ακτινοβολίας. Αυτό
σημαίνει οτι βρισκόμαστε μπροστά σε μια πιθανή ριζική αλλαγή για τη
βιομηχανία ελέγχου του μαστού, η οποία δεν θα είναι πλέον σε θέση να
δικαιολογήσει το ήδη φρικτό ιστορικό της “έγκαιρης ανίχνευσης” και
“εξοικονόμησης ζωών”.
Λάβετε υπόψη ότι η βάση δεδομένων της Cochrane Review το 2009
καθόρισε ότι για κάθε γυναίκα, της οποίας η ζωή παρατείνεται με τη
διάγνωση της μαστογραφίας άλλες 10 γυναίκες υποβάλλονται “άσκοπα σε
θεραπεία», που σημαίνει οτι η ζωή τους μειώνεται.
Αυτό που είναι τραγικό είναι οτι στην “χαμηλής ενέργειας” ακτινοβολία
που χρησιμοποιείται στις ακτίνες Χ της μαστογραφίας δεν λαμβάνεται
υπόψη το γεγονός ότι φυτεύουν τους γενετικούς σπόρους για να προκληθεί
διηθητικός καρκίνος του μαστού σε αμέτρητες γυναίκες που δεν θα είχε
εξελιχθεί ποτέ, εάν δεν είχαν εκτεθεί στην ακτινοβολία εξ’ αρχής.
Είναι κοινώς αποδεκτό ακόμα και από το ιατρικό κατεστημένο το οτι οι μαστογραφίες με ακτίνες Χ, αποτελούν αιτία του καρκίνου του μαστού – απλά δεν συνειδητοποιούν, ή δεν είναι πρόθυμοι να παραδεχτούν, πόσο σοβαρό είναι το πρόβλημα.
Για παράδειγμα, μια έρευνα που δημοσιεύθηκε στο The Journal Radiology
έδειξε ότι η ετήσια μαστογραφία σε 100.000 γυναίκες στις ηλικίες των 40
– 55, και με διετή έλεγχο μετά την ηλικία των 74 θα μπορούσε να
προκαλέσει 86 καρκίνους συμπεριλαμβανομένων 11 θανάτων και 136 ετών
χαμένης ζωής.
Αν αυξομειώσουμε το νέο μοντέλο κινδύνου ακτινοβολίας, όπως
απαιτείται από τη γνώση που έχουμε για τη διαφορά μεταξύ «χαμηλής» και
«υψηλής» ακτινοβολίας ενέργειας, πρέπει να πολλαπλασιάσουμε τις βλάβες
που προκαλούνται από τον συντελεστή 4 για να πάρουμε μια πιο ρεαλιστική
εκτίμηση της ιατρογενούς βλάβης: Δηλαδή, 344 ακτινοβολίες που προκαλούν
καρκίνους, συμπεριλαμβανομένων 44 θανάτων και 544 χρόνων ζωής που
χάνονται.
Και να θυμάστε, η έρευνα που έχει ήδη πραγματοποιηθεί δείχνει με
σαφήνεια ότι η προσθήκη μιας ετήσιας μαστογραφίας έναντι μιας
προσεκτικής κλινικής εξέτασης των μαστών δεν βελτιώνει τα ποσοστά
επιβίωσης από τον καρκίνο του μαστού.
Ακόμη και ο Τύπος αρχίζει να αναφέρεται τελευταία στα “αισθήματα” των ερευνητών που ομολογούν οτι υπάρχουν πολλοί κίνδυνοι.
Όπως ο Δρ H. Gilbert Welch, καθηγητής της ιατρικής στο Ινστιτούτο
Dartmouth για την Πολιτική Υγείας και Κλινικής Πρακτικής, είπε στους
TIMES:
“Οι γυναίκες πρέπει να κατανοήσουν το εμπορικό παιχνίδι. Ο λόγος που υποβάλλεστε σε μαστογραφία δεν είναι επειδή έχετε ακούσει πολλές ιστορίες επιζώντων. Ορισμένες από αυτές τις γυναίκες δεν έχουν επωφεληθεί [από τον έλεγχο].”
Και, όπως αποκαλύφθηκε από μια μελέτη στο Cochrane Database Systemic
Reviews, o προσυμπτωματικός έλεγχος του καρκίνου του μαστού με τη χρήση
μαστογραφίας με ακτίνες Χ οδήγησε σε 30% υπερδιάγνωση και υπερθεραπεία, ή
σε απόλυτη αύξηση της τιμής κινδύνου κατά 0,5% !
***
Dr Mercola
Dr Mercola