"Συντηρητικός είναι αυτός που ανάμεσα στο χειρότερο και το άγνωστο, επιλέγει το χειρότερο. Προοδευτικός είναι αυτός που ανάμεσα στο χειρότερο και το άγνωστο, επιλέγει το άγνωστο".
Στις εκλογές του 1920 οι έλληνες, απηυδισμένοι από τα 8 χρόνια πολέμου και την «τρομοκρατία» της βενιζελικής αστυνομίας, ψήφισε το Λαϊκό κόμμα, το οποίο υποσχόταν ειρήνη και επιστροφή των στρατιωτών στα σπίτια τους. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: Μικρασιατική καταστροφή, παλιννόστηση, Γουδή κτλ. Η Ελλάδα βέβαια, σιγά σιγά έκλεισε τις πληγές της και συνέχισε στην πορεία της. Δυστυχώς, η ψήφος αυτή του ελληνικού λαού το 1920 μας κληρονόμησε ένα «πρόβλημα» που, ακόμη και σήμερα, μας κατατρέχει: Τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη.
Στη σύγχρονη ελληνική καθημερινότητα πολλές φορές ακούγεται «στο είπα εγώ», «είδες που είχα δίκιο» κτλ. Η «ιστορική» επιβεβαίωση απόψεων που είναι διαφιλονικούμενες στο παρόν, αλλά δικαιώνονται από τις εξελίξεις. Αυτό, τις περισσότερες φορές, είναι «ανέξοδο», ιδιαίτερα στους πολιτικούς. Αν δεν επιβεβαιωθούμε, το ξεχνάμε. Αν επιβεβαιωθούμε, αισθανόμαστε ότι είμαστε σε θέση να προβλέψουμε το μέλλον. Είναι σαν τις ποδοσφαιρικές προβλέψεις.
Δυστυχώς, στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία, το διακύβευμα δεν είναι μικρό.
Πρόκειται για το μέλλον ενός ολόκληρου λαού. Και δεν αναφερόμαστε στην Ελλάδα, ως χώρα (γιατί «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει»), αλλά στους έλληνες. Το ελληνικό έθνος άντεξε 2.500 χρόνια και 400 χρόνια οθωμανικού ζυγού, θα αντέξει και τώρα. Το πόσοι έλληνες θα επιβιώσουν στο μεταξύ είναι ζητούμενο. Άλλωστε ένα έθνος επιβιώνει ακόμη κι αν συρρικνωθεί στο 30%.
Μέχρι σήμερα, όσοι προέβλεπαν ότι η Ελλάδα (μαζί με τους έλληνες) μπορεί να σωθεί εφαρμόζοντας συγκεκριμένες πολιτικές, έχουν διαψευστεί. Αντίθετα, όσοι προέβλεπαν το αντίθετο, δικαιώνονται συνεχώς και καθημερινά. Και η ψήφος του ελληνικού λαού στις 17 Ιουνίου φοβόμαστε ότι θα εκληφθεί ως επιβεβαίωση των πολιτικών που ακολουθήθηκαν μέχρι σήμερα. Έστω κι αν εκμαιεύτηκε κάτω από καθεστώς φόβου και τρομοκρατίας προς τους ηλικιωμένους και ανήμπορους.
Κατά τη γνώμη μας, δεν μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη χωρίς ελπίδα. Η ελπίδα βέβαια αφορά αυτούς που έχουν κάποια ζωή μπροστά τους (18-65). Δεν αφορά τους 80άρηδες και τους 90ρηδες. Και ελπίδα μπορεί να υπάρξει μέσα από πράξεις, όχι με ευχολόγια.
Πιστεύουμε ότι δύο είναι οι ικανές και αναγκαίες συνθήκες για να υπάρξει ελπίδα:
(1) Η τιμωρία των υπευθύνων (όχι για αντεκδίκηση, αλλά για παραδειγματισμό) και
(2) Μια ανακατανομή του πλούτου.
Θα μας επιτραπεί να αμφιβάλλουμε εάν το δοκιμασμένο (και αποτυχημένο) πολιτικό προσωπικό που μας οδήγησε ως εδώ μπορεί να μας οδηγήσει σε ένα ελπιδοφόρο μέλλον. Και όχι γιατί δεν το θέλει. Αλλά γιατί δεν μπορεί. Και γιατί είναι δέσμιο όλων αυτών που το στήριξαν και το στηρίζουν.
Ο φόβος όλων μας θα πρέπει να είναι: Μήπως χρειάζεται μια «εθνική καταστροφή» για να πειστούν και άλλοι συμπολίτες μας ότι η ελπίδα δεν μπορεί να έρθει από το παλιό, το σάπιο, το ξεπερασμένο; Τι πρέπει να γίνει για να πειστούν οι άνεργοι και η ηλικιωμένοι;
Κλείνουμε με μια ευχή:
Ευχόμαστε η εκτίμησή μας να αποδειχτεί λανθασμένη και πράγματι η όποια κυβέρνηση σχηματιστεί να προσφέρει ελπίδα στο ελληνικό λαό. Ελπίδα, και όχι προσωρινό «βόλεμα» ή στιγμιαία ανακούφιση. Γιατί, σε διαφορετική περίπτωση, θα είναι μια «πικρή» δικαίωση…
Χρήστος Παστελάς