Όλα ξεκίνησαν στις 18 Δεκεμβρίου 1956, όταν ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης
(1938-1957) μαζί με άλλους δύο συναγωνιστές του μεταφέρουν όπλα και
τρόφιμα από τη Λυσό...
Ξαφνικά βρίσκονται αντιμέτωποι με αγγλική περίπολο. Οι δύο
συναγωνιστές του Ευαγόρα καταφέρουν να διαφύγουν, αλλά ο ίδιος
συλλαμβάνεται. Στην κατοχή του βρίσκεται ένα οπλοπολυβόλο Μπρεν
γρασαρισμένο. Είναι συνεπώς ανέτοιμο για να χρησιμοποιηθεί. Επίσης
κουβαλάει 3 γεμάτες γεμιστήρες.
Κατηγορούμενος για κατοχή και διακίνηση οπλισμού, μεταφέρεται στη
Λευκωσία και η δίκη ορίζεται για τις 25 Φεβρουαρίου. Στη δίκη του, ο
Παλληκαρίδης δεν αφήνει περιθώρια στους δικηγόρους του να τον
υπερασπιστούν, αφού παραδέχεται την ενοχή του: «Γνωρίζω ότι θα με
κρεμάσετε. Ό,τι έκαμα το έκαμα ως Έλλην Κύπριος όστις ζητεί την
Ελευθερίαν του. Τίποτα άλλο».
Οδηγείται στο ικρίωμα την 14η Μαρτίου 1957, σε ηλικία μόλις 18 ετών: ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους.
Οδηγείται στο ικρίωμα την 14η Μαρτίου 1957, σε ηλικία μόλις 18 ετών: ο νεαρότερος αλλά και ο τελευταίος αγωνιστής που απαγχονίστηκε από τους Άγγλους.
Αυτή είναι η τελευταία επιστολή του που απευθύνεται στη μεγάλη του αδελφή Γεωργούλα Γ. Ποσπορίδου:
L.S. 8605 SPECIAL LETTER BY ORDER 13/3/1957
Ώρα 7.30 μ.μ. Η πιο όμορφη μέρα της ζωή μου.
Η πιο όμορφη ώρα.
Μη ρωτάτε γιατί.
1
Αγγελούδι δεν είναι
μ’ αγγελούδι όμως μοιάζει
μια μικρή μπεμπεκούλα
δέστε πώς με κοιτάζει!
2
Στην αθώα ματιά της
κάποια αχτίδα πλανιέται
κι’ έν’ αστέρι πανούργο
λες μαζί της γεννιέται.
3
Ναι το ξέρω – καθένας μας
έτσι αθώος γεννήθηκε∙
μα… καθένας πλανήθηκε
στα πυκνά τα σκοτάδια
κι’ όταν -φευ- το θυμήθηκε
η καρδιά του ήταν άδεια∙
κι’ ίσως νάταν αργά.
Ναι, όλοι γεννηθήκαμε τόσο αθώοι, όπως η βαφτιστική μου. Κι’ όλοι αλλάξαμε. Λυπάμαι πολύ που δεν πρόλαβα να τη βαφτίσω, μα δεν πειράζει. Μπορείς να το κάμης και συ, και σαν μεγαλώση φρόντισε συ γι’ αυτήν και ρώτησέ την… γιατί έκλαψε όταν την φίλησα;
Τόνομα που θα της δώσης θέλω νάναι πεντασύλλαβο… και να θυμίζη εκείνην, για την οποία ήρθα ώς εδώ. Να θυμίζη εκείνην για την οποία έγραψε ο ποιητής Σολωμός το πιο όμορφο τραγούδι του. Εκείνην, την οποίαν κάθε άνθρωπος επιθυμεί πιο πολύ απ’ όλα.
Κατάλαβες αδελφή μου;
Κατά τα άλλα μη λυπάστε. Ίσως να είναι μια δίκαιη τιμωρία. Ίσως ο Θεός να θέλη να μας δοκιμάση.
Πάντα υπάρχει ελπίδα.
Λυπούμαι που θ’ αφήσω πίσω κάποια πρόσωπα αγαπημένα. Λυπούμαι που θα τα λυπήσω. Μα δεν πειράζει.
Γεια σου, μεγάλη μου αδελφή. Δεν θα γελάσουμε ξανά, λέγοντας πελλάρες. Δεν θα μιλήσουμε ούτε και τα σοβαρά μας.
Το κάθε τι γεννιέται και πεθαίνει.
Τι σήμερα, τι αύριο;
Γεια σας FOR EVER?
Σας φιλώ όλους… γραπτώς και εξ αποστάσεως.
ΕΥΑΓΟΡΑΣ
L.S. 8605 SPECIAL LETTER BY ORDER 13/3/1957
Ώρα 7.30 μ.μ. Η πιο όμορφη μέρα της ζωή μου.
Η πιο όμορφη ώρα.
Μη ρωτάτε γιατί.
1
Αγγελούδι δεν είναι
μ’ αγγελούδι όμως μοιάζει
μια μικρή μπεμπεκούλα
δέστε πώς με κοιτάζει!
2
Στην αθώα ματιά της
κάποια αχτίδα πλανιέται
κι’ έν’ αστέρι πανούργο
λες μαζί της γεννιέται.
3
Ναι το ξέρω – καθένας μας
έτσι αθώος γεννήθηκε∙
μα… καθένας πλανήθηκε
στα πυκνά τα σκοτάδια
κι’ όταν -φευ- το θυμήθηκε
η καρδιά του ήταν άδεια∙
κι’ ίσως νάταν αργά.
Ναι, όλοι γεννηθήκαμε τόσο αθώοι, όπως η βαφτιστική μου. Κι’ όλοι αλλάξαμε. Λυπάμαι πολύ που δεν πρόλαβα να τη βαφτίσω, μα δεν πειράζει. Μπορείς να το κάμης και συ, και σαν μεγαλώση φρόντισε συ γι’ αυτήν και ρώτησέ την… γιατί έκλαψε όταν την φίλησα;
Τόνομα που θα της δώσης θέλω νάναι πεντασύλλαβο… και να θυμίζη εκείνην, για την οποία ήρθα ώς εδώ. Να θυμίζη εκείνην για την οποία έγραψε ο ποιητής Σολωμός το πιο όμορφο τραγούδι του. Εκείνην, την οποίαν κάθε άνθρωπος επιθυμεί πιο πολύ απ’ όλα.
Κατάλαβες αδελφή μου;
Κατά τα άλλα μη λυπάστε. Ίσως να είναι μια δίκαιη τιμωρία. Ίσως ο Θεός να θέλη να μας δοκιμάση.
Πάντα υπάρχει ελπίδα.
Λυπούμαι που θ’ αφήσω πίσω κάποια πρόσωπα αγαπημένα. Λυπούμαι που θα τα λυπήσω. Μα δεν πειράζει.
Γεια σου, μεγάλη μου αδελφή. Δεν θα γελάσουμε ξανά, λέγοντας πελλάρες. Δεν θα μιλήσουμε ούτε και τα σοβαρά μας.
Το κάθε τι γεννιέται και πεθαίνει.
Τι σήμερα, τι αύριο;
Γεια σας FOR EVER?
Σας φιλώ όλους… γραπτώς και εξ αποστάσεως.
ΕΥΑΓΟΡΑΣ
* «Το κοριτσάκι που αναφέρει ο ήρως –γράφει ο πατέρας του– είναι το
έκτον τέκνον του Γεωργίου Χαβάρου και της Νεφέλης Παπαδανιήλ εκ Τσάδας,
αδελφής της μητρός του ήρωος.
Το κοριτσάκι εγεννήθη την 12ην Φεβρουαρίου 1956, εποχήν κατά τη οποίαν ο αντάρτης Ευαγόρας μετά των συντρόφων του πολλάκις εφιλοξενήθησαν εις το σπίτι όπου το κορίτσι εγεννήθη.
Ο Ευαγόρας έδωσε λόγον και υπόσχεσιν να βαπτίση το κοριτσάκι και να του δώση το όνομα «Ελευθερία».
Όταν ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης κατεδικάσθη, η θεία του πήγε στας Φυλακάς και τον είδε, παίρνοντας μαζί της και το κοριτσάκι, το οποίον ο ήρως έπιασε και εφίλησε και το κοριτσάκι έκλαψε.
Η αδελφή του Ευαγόρα εβάπτισε το κοριτσάκι και του έδωσε το όνομα Ελευθερία».
Το κοριτσάκι εγεννήθη την 12ην Φεβρουαρίου 1956, εποχήν κατά τη οποίαν ο αντάρτης Ευαγόρας μετά των συντρόφων του πολλάκις εφιλοξενήθησαν εις το σπίτι όπου το κορίτσι εγεννήθη.
Ο Ευαγόρας έδωσε λόγον και υπόσχεσιν να βαπτίση το κοριτσάκι και να του δώση το όνομα «Ελευθερία».
Όταν ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης κατεδικάσθη, η θεία του πήγε στας Φυλακάς και τον είδε, παίρνοντας μαζί της και το κοριτσάκι, το οποίον ο ήρως έπιασε και εφίλησε και το κοριτσάκι έκλαψε.
Η αδελφή του Ευαγόρα εβάπτισε το κοριτσάκι και του έδωσε το όνομα Ελευθερία».
ΣΗΜ.: Η επιστολή δημοσιεύεται στον τόμο «Γράμματα μελλοθανάτων», επιμ. Πέτρος Στυλιανού (Εκδ. Αιγαίον, 2010)
ΠΗΓΗ