Γράφει ο Κωνσταντίνος Σαπαρδάνης
Η
διχοτόμηση της Κύπρου αποτελεί μια ιδιαιτερότητα του δυτικού κόσμου
καθώς είναι το σημείο με τα μοναδικά εχθρικά σύνορα εντός της συμμαχίας
του ΝΑΤΟ, την τελευταία πόλη του κόσμου χωρισμένη στα δύο και τα
τελευταία σύνορα μεταξύ της πρώην Βρετανικής Αυτοκρατορίας και των πρώην
υπηκόων της. Η πράσινη γραμμή (ονομάστηκε από το χρώμα του μαρκαδόρου
που χρησιμοποίησε ένας Βρετανός αξιωματικός για να χαράξει πρόχειρα τα
νέα σύνορα πάνω στο χάρτη) σηματοδοτεί μια ιστορική τραγωδία όπου τους
ρόλους κρατούσαν Κύπριοι, Έλληνες, Τούρκοι, Αμερικάνοι και Βρετανοί.
Μετά τον 2ο
Παγκόσμιο Πόλεμο η αποαποικιοποίηση δεν επεκτάθηκε στην Κύπρο εξαιτίας
της σημαντικής θέσης των Βρετανικών βάσεων τόσο κοντά στη Μέση Ανατολή.
Το 1955 οι Ελληνοκύπριοι απαιτώντας Ένωση
με την Ελλάδα κατέφυγαν σε ένοπλο αγώνα με τους Βρετανούς και οι
Τούρκοι αντέδρασαν με αίτημα για διχοτόμηση (Taksim) παίρνοντας κι αυτοί
τα όπλα. Οι διαμάχες έληξαν το 1960 με υπογραφή συνθήκης ανεξαρτησίας,
μεταξύ Βρετανίας, Ελλάδας και Τουρκίας. Το 1963 ξέσπασαν συγκρούσεις
μεταξύ των δύο λαών του νησιού και οι Τούρκοι αιτήθηκαν μοίρασμα του
νησιού στη μέση. Τα Ηνωμένα Έθνη παρενέβησαν και μια αμήχανη κατάπαυση
πυρός έλαβε χώρα. Η ελληνική χούντα του ’67 επεδίωκε την προσάρτηση της
Κύπρου υπό την κυριαρχία της και απεχθανόταν τον Μακάριο που είχε
εγκαταλείψει την ιδέα της Ένωσης για χάρη της ειρηνικής συμβίωσης.
Τούρκοι στρατιώτες εισβάλλουν στην Κύπρο |
Όταν
ο χουντικός Ιωαννίδης επιχείρησε πραξικόπημα
στην Κύπρο, πρέπει να αισθανόταν σίγουρος για το αποτέλεσμα, όχι μόνο
επειδή είχε τη στήριξη της Ελληνοκυπριακής εθνοφρουράς αλλά και γιατί
είχε τη συμπαράσταση της Αμερικής (η εξωτερική πολιτική της οποίας είχε
αντικαταστήσει τη Βρετανική ως την επικρατούσα στην περιοχή), υπό την
καθοδήγηση του υπουργού εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ.
Απέτυχε όμως να σκοτώσει τον Μακάριο, οδηγώντας τον μόνο στην εξορία
και αντικαθιστώντας τον με τον ακροδεξιό Νίκο Σαμψών. Η Τουρκία
αντέδρασε εισβάλλοντας στο νησί 5 μέρες μετά, στις 20 Ιουλίου 1974,
καταλαμβάνοντας 3% του εδάφους. Η χούντα στην Ελλάδα κατέρρευσε με τη
δεύτερη εισβολή
του Αυγούστου όπου η Τουρκική δύναμη κατέλαβε το 40% του νησιού και ο
Μακάριος επέστρεψε στην συρρικνωμένη επικράτειά του. Ακολούθησαν
ανταλλαγές πληθυσμών, βιαιοπραγίες, εξαφανίσεις πολιτών και η
εγκαθίδρυση του Τουρκοκυπριακού ψευδοκράτους. Ο Τζέιμς Κάλαχαν, Βρετανός
υπουργός εξωτερικών, αναφέρει ότι ο Κίσινγκερ άσκησε βέτο σε
τουλάχιστον μία πρόταση βρετανικής παρέμβασης για την αποτροπή της
τουρκικής εισβολής.
Ο Κίσινγκερ θεωρούσε τον Μακάριο ως υπερβολικά ανεξάρτητο και φοβόταν
ότι αν αυτός έδιωχνε τους στρατιωτικούς που ήταν υπεύθυνοι για το
πραξικόπημα εναντίον του, η κομμουνιστική επιρροή θα ήταν πολύ έντονη
στην Κύπρο και ενδεχομένως να στρεφόταν στη Σοβιετική Ένωση για να
αντιμετωπίσει το Τουρκικό στοιχείο. Στο βιβλίο του «Χρόνια Ανανέωσης»
τον περιγράφει ως «την αιτία όλων των εντάσεων που θα προκληθούν στην
Κύπρο». Είναι επίσης γνωστό ότι θεωρούσε τον Μακάριο ως τον «Φιντέλ
Κάστρο της Μεσογείου».
Η
επιθυμία της ελληνικής χούντας (πελάτης της Αμερικής) για την
απομάκρυνση του Μακαρίου ήταν γνωστή στους πάντες. Η αντίστοιχη επιθυμία
του Κίσινγκερ αποδεικνύεται από τα δικά του γραπτά αλλά και από το
υπόμνημα του Τόμας Μπόγιατ (επικεφαλής του γραφείου του υπουργείου
Εξωτερικών για την Κύπρο), ο οποίος περιέγραφε αναλυτικά τους λόγους που
τον έκαναν να πιστεύει ότι ο Ιωαννίδης ετοίμαζε επίθεση κατά της Κύπρου
και του Μακαρίου. Ανέφερε επίσης ότι η απουσία έγγραφου διαβήματος από
τον Κίσινγκερ προς την Αθήνα για την ακύρωση τέτοιου σχεδίου
ισοδυναμούσε με συναίνεση των ΗΠΑ. Τέτοιο διάβημα δεν στάλθηκε ποτέ. Ένα
μήνα πριν το πραξικόπημα η εφημερίδα National Intelligence Daily
δημοσίευσε έκθεση των απόψεων του δικτάτορα, όπου ο τελευταίος φέρεται
να υποστηρίζει πως η Ελλάδα μπορεί να απομακρύνει τον Μακάριο και τους
υποστηρικτές του μέσα σε 24 ώρες και χωρίς να χυθεί σταγόνα αίμα, και με
τη συγκατάθεση των Τούρκων. Όλα αυτά δείχνουν ότι οι ισχυρισμοί του
Κίσινγκερ πως δεν ήταν ενήμερος για το πραξικόπημα πριν αυτό λάβει χώρα,
έρχονται σε αντίθεση με τα δικά του λεγόμενα αλλά και με την κοινή
γνώμη της περιόδου. Εξάλλου, αν ο Μακάριος ήταν «η αιτία όλων των
εντάσεων» τι θα τον χαροποιούσε περισσότερο από την απομάκρυνσή του;
Ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος με τον Χένρι Κίσινγκερ και τον Χένρι Φορντ στο Ελσίνκι το 1975 |
Ο
Κίσινγκερ έκανε τις ΗΠΑ τη μοναδική χώρα που αναγνώρισε το κράτος του
Σαμψών, όταν διέταξε τη διπλωματική αποστολή των ΗΠΑ στη Λευκωσία να
δεχτεί τον «υπουργό Εξωτερικών» του Σαμψών, ενώ στις 22 Ιουλίου, όταν ο
Μακάριος πήγε στην Ουάσιγκτον, το υπουργείο Εξωτερικών δήλωσε ότι «ο
Κίσινγκερ θα συναντηθεί με τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο» (όχι τον «πρόεδρο
της Κυπριακής Δημοκρατίας Μακάριο»).
Επιπλέον,
τα υπουργεία Εξωτερικών και Άμυνας των ΗΠΑ είχαν επανειλημμένα εκφράσει
την προτίμησή τους για μια διχοτομημένη Κύπρο, αφού έτσι θα
αποδυναμώνονταν η επιρροή του «επικίνδυνου» και «ανεξέλεγκτου» Μακάριου
και μια τέτοια εξέλιξη θα τους έδινε τη δυνατότητα να προσεγγίσουν την
Τουρκία στο πλευρό τους για τοποθέτηση βάσεων στη χώρα και εναντίον της
Σοβιετικής Ένωσης. Θα ήταν προτιμότερο και λογικότερο, δεδομένης της
δημογραφικής σύστασης της Κύπρου, να γίνει από την Ελλάδα αυτή η
διχοτόμηση, εξ ου και η στήριξη του πραξικοπήματος, αλλά η καλύτερη
εναλλακτική ήταν να γίνει από την Τουρκία. Οπότε ο Κίσινγκερ συνέχισε με
το να πάρει το μέρος των Τούρκων υπέρ της εισβολής, και να προστατέψει
την Άγκυρα από οποιαδήποτε αντίποινα του αμερικάνικου Κογκρέσου για
αυτήν την απροκάλυπτη παραβίαση της διεθνούς νομοθεσίας, ακόμα και να
της παρέχει οπλισμό (σύμφωνα με μαρτυρίες) για να τα καταφέρει εκεί που η πρώτη προσπάθεια απέτυχε.
«Δεν μπορεί να υπάρξει κρίση την επόμενη βδομάδα. Το πρόγραμμά μου είναι ήδη γεμάτο.» Henry Kissinger, 01-06-1969 |
Υποστηρικτής της ρεαλπολιτίκ
(πολιτική της δύναμης και προσανατολισμένη σε ρεαλιστικούς στόχους παρά
σε ιδεολογικές έννοιες και απαλλαγμένη από ηθικούς φραγμούς), ο
Κίσινγκερ δε δίσταζε χρησιμοποιώντας κρυφά κανάλια επικοινωνίας και
παρακάμπτοντας τις δημοκρατικές διαδικασίες της ίδιας του της χώρας, να
δημιουργεί συνθήκες αντιπαλότητας και να τις εκμεταλλεύεται προς το
συμφέρον όχι μόνο της χώρας του αλλά και του δικού του. «Η δύναμη είναι το καλύτερο αφροδισιακό»
έλεγε και ο ίδιος απέκτησε τόση δύναμη που μέχρι σήμερα έχει καταφέρει
να ξεφύγει από την οργή του λαού παρά τα πολλά παραπτώματά του στο
Βιετνάμ, τη Μπανγκόκ, το Ανατολικό Τιμόρ, το Μπαγκλαντές, τη Χιλή, την
Ινδοκίνα και οποιοδήποτε άλλο μέρος της υφηλίου είχε την ατυχία να γίνει
αντικείμενο του ενδιαφέροντός του.