Ευθύς εξαρχής το υπουργείο Άμυνας και η Εθνική Φρουρά είχε επιφυλάξεις για τη φύλαξη των εκρηκτικών που είχαν κατασχεθεί τον Ιανουάριο του 2009 από το ρωσικό πλοίο Monchegorsk και είχαν προορισμό τη Συρία.
Μάλιστα, το υπουργείο Άμυνας έκρινε το φορτίο επικίνδυνο και εισηγήθηκε την καταστροφή του που μπορούσε να γίνει «σχετικά εύκολα». Όμως αυτό δεν έγινε για πολιτικούς λόγους.
Το πιο πάνω προκύπτει από πρακτικό σύσκεψης που έγινε τον Αύγουστο του 2009, επτά μήνες μετά την κατάσχεση του φορτίου, με θέμα: «Το μέλλον του φορτίου του πλοίου Monchegorsk». Χθες υπέβαλαν τις παραιτήσεις τους ο υπουργός Άμυνας Κώστας Παπακώστας και ο διοικητής της Εθνικής Φρουράς Πέτρος Τσαλικίδης. Ωστόσο, σύμφωνα με το πρακτικό της σύσκεψης το οποίο αποκαλύπτει σήμερα ο «Π», τόσο το υπουργείο Άμυνας όσο και η Εθνική Φρουρά έκρουσαν από ενωρίς τον κώδωνα του κινδύνου και ζητούσαν την καταστροφή του φορτίου, όμως αυτό φυλάχθηκε «συμφώνως των οδηγιών του Προέδρου της Δημοκρατίας».
Πιο συγκεκριμένα, η σύσκεψη έγινε στις 6 Αυγούστου 2009 και σε αυτή συμμετείχαν οι:
- Γενικός Εισαγγελέας, κ. Π. Κληρίδης
- ΓΔ υπουργείου Εξωτερικών, πρέσβης Ν. Αιμιλίου
- ΓΔ υπουργείου Άμυνας, Π. Καρεκλάς
- ΓΔ υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, Μ. Κωνσταντίνου
- Δ/ντρια τμήματος Τελωνείων, Ζ. Αιμιλιανίδη.
Παρέστησαν επίσης εκπρόσωποι της Εθνικής Φρουράς και λειτουργοί της Νομικής υπηρεσίας.
Σύμφωνα με το πρακτικό της σύσκεψης (το οποίο κατέχει ο «Π») εκφράστηκαν οι πιο κάτω απόψεις:
Ο εκπρόσωπος της ΕΦ ανέφερε ότι «η φύλαξη του φορτίου αποτελεί πρόβλημα για την ΕΦ, εξαιτίας του χώρου και του προσωπικού που απαιτείται». Το φορτίο αποτελείτο από 400 εμπορευματοκιβώτια, τα οποία περιέχουν 200 τόνους υλικό. Όμως δεν ήταν όλο το υλικό στρατιωτικό. Στα εμπορευματοκιβώτια υπήρχαν και εμπορεύματα που θα μπορούσαν να διατεθούν στο εμπόριο.
Σύμφωνα με τους εκπρόσωπους της Εθνικής Φρουράς και του υπουργείου Άμυνας, το στρατιωτικό υλικό του φορτίου δεν μπορούσε να αξιοποιηθεί από την Κυπριακή Δημοκρατία αφού δεν διέθετε υποδομή στρατιωτικής βιομηχανίας. Η πρόταση του υπουργείου Άμυνας ήταν να εκποιηθεί το μέρος του φορτίου που δεν ήταν στρατιωτικής φύσης, αλλά εμπορικής χρήσης (σωλήνες, χαλκός κτλ).
Μάλιστα, η Εθνική Φρουρά υπογράμμισε στη σύσκεψη ότι «δεν είναι αποστολή της η επίβλεψη του φορτίου» και ότι «η πυρίτιδα θα μπορούσε να καταστραφεί σχετικά εύκολα». Ο γενικός διευθυντής του υπουργείου Άμυνας, Πέτρος Καρεκλάς, είπε πως η απόφαση που είχε ληφθεί για τη φύλαξη του φορτίου από την ΕΦ ήταν προσωρινή λύση και ότι «εμπερικλείονται κίνδυνοι στη φύλαξη της πυρίτιδας».
Τη σύσκεψη φαίνεται ότι απασχόλησε και η πιθανότητα επιστροφής του φορτίου στη Συρία ή στο Ιράν, καθώς το τμήμα Τελωνείων τοποθετήθηκε ενάντια σε κάτι τέτοιο: «Η ΚΔ δεν μπορεί να επιστρέψει το φορτίο ή μέρος αυτού, αφού είναι πλέον περιουσιακό της στοιχείο», ανέφερε η διευθύντρια του τμήματος Ζ. Αιμιλιανίδου.
Το τμήμα Τελωνείων είχε παραδώσει το φορτίο στην Εθνική Φρουρά μετά από έγκριση του γενικού εισαγγελέα ως προσωρινή λύση. Η εισήγηση όλων των υπηρεσιακών παραγόντων (υπουργείο Άμυνας, Εθνική Φρουρά, τμήμα Τελωνείων) ήταν η εκποίηση του φορτίου και η καταστροφή του. Όμως, η θέση του ίδιου του Προέδρου της Δημοκρατίας ήταν η συνέχιση της φύλαξής του. Είπε ο γενικός εισαγγελέας στη σύσκεψη, σύμφωνα με το πρακτικό:
«Εφόσον θέση της Κυβέρνησης είναι η συνέχιση της φύλαξης του φορτίου και το τμήμα Τελωνείων δεν αντιμετωπίζει κάποιο πρόβλημα, τότε θα πρέπει να συνεχιστεί η φύλαξη του φορτίου, συμφώνως των οδηγιών του ΠτΔ (Προέδρου της Δημοκρατίας) μέχρι να ληφθούν διαφορετικές οδηγίες».
Τη θέση αυτή επιβεβαίωσε εκ μέρους της Κυβέρνησης και ο γενικός διευθυντής του υπουργείου Εξωτερικών, Νίκος Αιμιλίου. Αναφέρεται σχετικά στο πρακτικό της συνάντησης: «Επιθυμία της Κυβέρνησης είναι να συνεχιστεί η υφιστάμενη πρακτική τουλάχιστον μέχρι τον Οκτώβριο 2009 (πέρας επίσκεψης ΠτΔ στη Συρία και ΓΣ ΟΗΕ) και ότι δεν υπάρχει σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου» [σ.σ. για την κατάσχεσή του].
Τελικά, μετά από εισήγηση του Αιμιλίου, συμφωνήθηκε όπως «το φορτίο παραμείνει υπό την επίβλεψη της ΕΦ και ότι μέχρι τον Οκτώβριο 2009 τα αρμόδια τμήματα και υπουργεία θα πρέπει να ετοιμάσουν εισηγήσεις ως προς τον περαιτέρω χειρισμό του θέματος».
Πέρασαν δύο χρόνια από τότε, όμως καμιά απόφαση δεν πήρε το Υπουργικό Συμβούλιο, μέχρι που το υλικό απέδρασε μόνο του με τις τραγικές για τον τόπο συνέπειες.
Πηγή: Εφημερίδα «ΠΟΛΙΤΗΣ»